καιομένη

καιομένη
καίω
kindle
pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • καιομένῃ — καίω kindle pres part mp fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κάπνισμα — I Εισπνοή καπνού, προερχόμενου από καιόμενη ουσία (όπως τα φύλλα του ομώνυμου φυτού). Αποτελεί μία συνήθεια που προήλθε από τους γηγενείς της αμερικανικής ηπείρου. Ως τρόποι κ. αναφέρονται το τσιγάρο, η πίπα, το πούρο και –καταχρηστικά, επειδή η… …   Dictionary of Greek

  • горѣти — ГОР|ѢТИ (145), Ю, ИТЬ гл. 1. Гореть, давать жар, тепло, свет, быть зажженным: по съконьчании же разда˫ани˫а. ставъше вси на своихъ мѣстѣхъ. ваи˫а (ж) рѹками дьржѩ(щ). и свѣща горѩща. УСт ХІI/ХІІІ, 272 об.; и показа ми пещь огньмь горѩщю. ПрЛ XIII …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • υποκάπνισμα — ίσματος, τὸ, ΜΑ [ὑποκαπνίζω] η καιόμενη ύλη κατά τον υποκαπνισμό μσν. υποκαπνισμός …   Dictionary of Greek

  • Ιεχωβά — Το πιο επίσημο όνομα του θεού του Ισραήλ, το οποίο αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, ακούστηκε από τον Θεό (διαμέσου του Μωυσή) στο όραμα της «καιόμενης βάτου» στο Χωρήβ (Έξοδ. γ’ 13). Όταν ο Μωυσής στάλθηκε από τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”